Ομιλία Προέδρου Π.Ο.ΑΞΙ.Α. κ. ΓΕΩΡΓΑΤΖΗ Δημητρίου στο 21ο Συνέδριο
Ομιλία του Προέδρου της Π.Ο.ΑΞΙ.Α.
κ. ΓΕΩΡΓΑΤΖΗ Δημήτρη
στο 21o Ετήσιο Τακτικό Συνέδριο
8 & 9 Δεκεμβρίου 2011
Κύριε Γενικέ Γραμματέα,
Κύριοι Βουλευτές – Κύριοι εκπρόσωποι των πολιτικών κομμάτων,
Κύριοι εκπρόσωποι φορέων – ενώσεων – οργανώσεων,
Κυρίες και κύριοι Σύνεδροι,
Αγαπητοί Συνάδελφοι και Συναδέλφισσες,
Σας καλωσορίζουμε στο 21o ετήσιο τακτικό συνέδριο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, στο ανώτατο συνδικαλιστικό όργανο των αιρετών αντιπροσώπων των στελεχών που συμμετέχουν στο συνδικαλιστικό μας γίγνεσθαι, μέσω της οργανωτικής τους σύνδεσης με τις πρωτοβάθμιες ενώσεις μας σε όλη την Ελλάδα.
Το φετινό μας συνέδριο, διεξάγεται κι αυτό όπως και το προηγούμενο, σε συνθήκες βαθιάς οικονομικής κρίσης, με τη διαφορά ότι αυτήν την περίοδο, τη διακυβέρνηση της χώρας την έχει αναλάβει μια τρικομματική, προσωρινή κυβέρνηση συγκεκριμένου σκοπού και συγκεκριμένης διάρκειας, σύμφωνα τουλάχιστον με τις προγραμματικές της δηλώσεις, οι οποίες περιορίστηκαν στην περιγραφή των ειδικότερων οικονομικών μέτρων για τη διάσωση της χώρας και δεν θύμιζαν σε τίποτε τις εξαγγελίες των προηγούμενων κυβερνήσεων, που είχαν ορκιστεί για μια τετραετία και ξεκινούσαν με ένα γενικό πλαίσιο διακυβέρνησης.
Παρατηρήσαμε με ανησυχία, έκπληξη και προβληματισμό ότι δεν υπήρξε καμία αναφορά του κ. Πρωθυπουργού στα ζητήματα της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, αν και αναμέναμε με την παρθενική του ομιλία από το βήμα της βουλής να σηματοδοτήσει μια νέα εποχή, όσον αφορά την αντιμετώπιση των ζητημάτων αυτών, δηλαδή της εσωτερικής ασφάλειας της χώρας, σε κλίμα συναίνεσης, ως μιας εθνικής υπόθεσης, όπως έχουμε πει πολλές φορές στο παρελθόν.
Ανεξάρτητα αν ο βίος αυτής της κυβέρνησης θα είναι βραχύς ή μεγαλύτερος, ούτως ή άλλως ο λαός θα κληθεί σύντομα να επιλέξει την κυβέρνησή του, έτσι κι εμείς οι αστυνομικοί, θα κληθούμε, επίσης, να ασκήσουμε το εκλογικό μας δικαίωμα. Θα κρίνουμε πολιτικές, θα ακούσουμε δεσμεύσεις, θα κάνουμε ταμείο, θα συμβουλευτούμε τη συνείδησή μας και ανάλογα θα πράξουμε. Αυτή είναι η μοίρα των κυβερνήσεων, σε ένα δημοκρατικό πολίτευμα, αυτή είναι η μοίρα και ημών των συνδικαλιστών, που σηκώνουμε το δικό μας σταυρό και έχουμε υποχρέωση να λογοδοτούμε στα συνέδριά μας για τα πεπραγμένα και για τα δικά μας διεκδικητικά, αγωνιστικά προγράμματα.
Εμείς, ανταποκρινόμαστε με παρρησία στο ρόλο μας και θα ήταν ευχής έργο αν αυτό συνέβαινε και από όλους τους ταγούς του έθνους μας, σε όλο το φάσμα της πολιτικής ζωής και των πολιτικών δραστηριοτήτων, που έχουν σημαδέψει τη μεταπολιτευτική Ελλάδα, με τα γνωστά πλέον σε όλους μας αποτελέσματα.
Οι καιροί, κυρίες και κύριοι τα έχουν φέρει τώρα πια έτσι, που η αγανάκτηση και η οργή των πολιτών έχουν στραφεί και κατά του συνδικαλιστικού κινήματος. Οι παθογένειές του, ήταν γνωστές πριν ξεσπάσει η οικονομική κρίση, πολλοί μιλούσαν σε ανύποπτο χρόνο για εργατοπατέρες, για δοτούς εκπροσώπους των εργαζομένων, για μια σειρά παραγόντων που λειτουργούσαν απαξιωτικά για το ίδιο το συνδικαλιστικό κίνημα της χώρας και για τα συμφέροντα των εργαζομένων. Αλλά να έρχονται σήμερα κάποιοι να παραδίδουν μαθήματα συνδικαλισμού στους «συνδικαλιστές» που οι ίδιοι εξέθρεψαν, και να μιλούν για συντεχνίες και κομματισμό, μάλλον δεν τους τιμά και δείχνει ακόμα πόσο απέχουν από το να κάνουν την αυτοκριτική τους και να ζητήσουν συγνώμη για τα λάθη τους.
Είναι γνωστά όλα αυτά, τα επισημαίνω, ωστόσο, για να καταθέσω την δική μας θέση, ότι ο αστυνομικός συνδικαλισμός στο σύνολό του, παρά τα όποια προβλήματά του, δεν ακολούθησε την πεπατημένη άλλων συνδικαλιστικών χώρων, και πολύ περισσότερο δεν πάτησε την πεπονόφλουδα του μικροκομματικού καιροσκοπισμού.
Διαχρονικά αρθρώνει το δικό του, ώριμο συνδικαλιστικό λόγο, χωρίς κομματικές παρωπίδες και εξαρτήσεις κάθε είδους, και θέλω να πιστεύω, ότι και μετά την ψήφιση του νέου συνδικαλιστικού νόμου που καθιερώνει την απλή αναλογική, οι συνάδελφοι θα επιδείξουν τη δέουσα ωριμότητα και διδασκόμενοι από τα λάθη και τις επιζήμιες τακτικές άλλων φορέων, δεν θα επιτρέψουν να μετατραπεί ο συνδικαλιστικός μας αγώνας σε πεδίο κομματικών αντιπαραθέσεων.
Δεν περιοριστήκαμε σε ρητορικές υπεκφυγές αλλά δώσαμε καίριες και ουσιώδες απαντήσεις στον αμοραλισμό κάποιων που τα ξέρουν και έχουν γνώμη για όλα, που μετατρέπουν την αλλοτρίωση σε γνησιότητα, την καπηλεία σε καινοτόμο πρωτοβουλία.
Άλλωστε, δεσμευόμαστε συνταγματικά και κανονιστικά, να υπηρετούμε στην Ελληνική Αστυνομία, σεβόμενοι το σύνταγμα και τους νόμους του κράτους, χωρίς να ρέπουμε προς την πολιτική και τον κομματισμό. Άλλο πράγμα η ανταλλαγή επιχειρημάτων και γόνιμου προβληματισμού για αποφάσεις και πολιτικές που επηρεάζουν δραματικά τη ζωή μας, -ατομική, οικογενειακή και υπηρεσιακή-, και άλλο πράγμα να υψώνουμε στα γραφεία μας, στα περιπολικά και στις μοτοσικλέτες τα κομματικά λάβαρα. Με όλο το σεβασμό στα πολιτικά κόμματα και στους εκπροσώπους τους εδώ σήμερα, έχω υποχρέωση να κάνω σαφή τη βούλησή μας, να συνεχίσουμε να μην επιτρέπουμε κομματικούς διαγκωνισμούς και υστερόβουλες θέσεις μέσα στο συνδικάτο μας.
Η δημοκρατία δεν χρειάζεται πράσινους, μπλε, κόκκινους αστυνομικούς, χρειάζεται αστυνομικούς πιστούς στο Σύνταγμα. Μπορεί και πρέπει να έχουν τις πολιτικές τους πεποιθήσεις ως πολίτες, τις οποίες όμως πρέπει ν’ αφήνουν έξω από την υπηρεσιακή τους δράση και την αστυνομική τους ιδιότητα.
Τα συνδικαλιστικά μας όργανα λειτουργούν δημοκρατικότατα, υπάρχει πεδίο δράσης για όποιον συνάδελφο ενδιαφέρεται πραγματικά να δουλέψει, να προσφέρει, να βοηθήσει σε αυτό που λέγεται καθημερινή συνδικαλιστική δράση στο πλευρό του συναδέλφου, που πραγματικά κινδυνεύει στο δρόμο και που δεν κρύβεται, αποφεύγοντας να εκτεθεί και να αναλάβει την ευθύνη που του αναλογεί στο πεδίο της μάχιμης αστυνομίας.
Εκτός κι αν αποφασίσουμε να προτείνουμε νομοθετικές παρεμβάσεις για τη λειτουργία γραφείων και των κομμάτων και μέσα στα Σώματα Ασφαλείας, με σφραγίδες, σημαίες και ταμπούρλα, οπότε θα είναι πιο ευδιάκριτοι ίσως και πιο αποκρουστικοί οι ρόλοι κάποιων, αν και μετά το στραπάτσο που έχει υποστεί το πολιτικό μας σύστημα, θέλω να πιστεύω, ότι θα έχουμε γίνει όλοι σοφότεροι και δεν θα δούμε κακέκτυπες φιγούρες παρωχημένων συμπεριφορών και ενεργειών.
Ξεκαθαρίζοντας, επομένως, τα οργανωτικά ζητήματα και γνωρίζοντας ότι αυτά που απασχολούν κυρίαρχα το Σώμα, δεν είναι τα ενδοσυνδικαλιστικά, αλλά τα καθημερινά, μικρά και μεγάλα προβλήματα των συναδέλφων, είτε υπηρετούν στο κέντρο της Αθήνας, είτε σχεδιάζουν περιπολίες στα σύνορα για την αναχαίτιση των λαθρομεταναστών, είτε κυνηγούν το έγκλημα το ίδιο και με την ίδια ζέση παντού, στο κέντρο και στην περιφέρεια, θέλω να διαβεβαιώσω όλους τους συναδέλφους και τις συναδέλφισσες, ότι μέσα στη γενικότερη κατάρρευση θεσμών και αξιών που πλήττει τη χώρα, αισθανόμαστε την αγανάκτηση και την οργή των συναδέλφων μας, η οποία ορισμένες φορές στρέφεται και εναντίον μας.
Είναι φυσικό να συμβαίνει αυτό, δεν μπορεί όμως σε καμία περίπτωση να καλύψει την αγωνιστική μας διαδρομή, την αγωνία που εκπέμπουμε για την τύχη του αστυνομικού σώματος, τις προτάσεις και τις ιδέες που καταθέτουμε για να μπορέσουμε να συμβάλλουμε θετικά στην επίλυση των προβλημάτων και ασφαλώς για να υπηρετήσουμε κι εμείς από τη δική μας σκοπιά το συνδικαλιστικό μας ρόλο.
Είναι ανάξια σχολιασμού και κατώτερα των περιστάσεων όσα κατά καιρούς διακινούνται ανωνύμως, με καταφανή στόχο να σπείρουν τη σύγχυση μεταξύ των συναδέλφων μας, να πλήξουν την Ομοσπονδία και να υπονομεύσουν τη συνεργασία μας με την ΠΟΑΣΥ και τις άλλες δευτεροβάθμιες Ομοσπονδίες και Ενώσεις των Σωμάτων Ασφαλείας, σε μια περίοδο που απαιτείται περισσότερο από ποτέ η ενίσχυση του κοινού αγωνιστικού μας μετώπου.
Δεν υποστηρίζουμε προφανώς ότι δεν αναλαμβάνουμε το μερίδιο ευθύνης που μας αναλογεί ή ότι είμαστε αλάνθαστοι και αναντικατάστατοι. Ο Μπέρτολ Μπρέχτ έλεγε: «Αυτός που αγωνίζεται, μπορεί να χάσει. Όμως αυτός που δεν αγωνίζεται, ήδη έχει χάσει». Και ξέρουμε όλοι ότι υπάρχουν πολλές παραλλαγές αυτού του αποφθέγματος, διότι έτσι είναι στην πραγματικότητα.
Αλλά, συνάδελφοι και συναδέλφισσες, μήπως πιστεύει κανείς σε αυτήν την αίθουσα ότι ο συνδικαλιστικός ρόλος ή η ευθύνη των μελών του συνδικάτου μας, εξαντλείται στην τυπική εγγραφή στην Ένωση και ότι όλα τα υπόλοιπα θα ‘ρθουν ως μάνα εξ ουρανού; Αν κάποτε τα πρώτα χρόνια λειτουργίας των Ενώσεων, η δυναμική του συνδικαλιστικού μας κινήματος και οι περιστάσεις, τα γενικότερα δεδομένα της χώρας, τα ίδια τα προβλήματα, ευνοούσαν τη λήψη θετικότατων αποφάσεων για το εν ενεργεία και εν αποστρατεία αστυνομικό προσωπικό, αυτά όλα ανήκουν πλέον σε μια άλλη μακρινή, ιστορική φάση της πορείας της χώρας μας.
Σήμερα και απ’ ότι φαίνεται για πολλά μη προσδιορίσιμα χρόνια στο μέλλον, θα αναφερόμαστε στην πολιτική των τροϊκανών και των εξωχώριων κέντρων εξουσίας. Η δημοκρατία μας θα είναι τραυματισμένη όσο είμαστε οικονομικά εξαρτημένοι και επομένως και το συνδικαλιστικό μας κίνημα, υπό την σπάθη αυτών των κέντρων εξουσίας, θα κινδυνεύει να εγκλωβιστεί σε έναν κύκλο εσωστρέφειας και καταστροφικής ηττοπάθειας.
Τα οξυμένα προβλήματα θα προκαλούν θυμό, η μη επίλυσή τους θα αναζητά εύκολα ενόχους και στις τάξεις του συνδικαλιστικού μας κινήματος, ενώ οι βασικοί φταίχτες θα είναι άλλοι. Αν αυτό το λησμονήσουμε, θα έχουμε παίξει το παιγνίδι τους και θα ξεφύγουμε από το στόχο μας που πρέπει να είναι πάντα ένας. Δεν φταίει ο εργαζόμενος, δεν φταίνε τα συνδικάτα για την κατάντια της χώρας, για το βιοτικό επίπεδο που κατακρημνίζεται και για το κράτος που μαραζώνει. Αλίμονο αν πέσουμε στην παγίδα των ποικιλώνυμων συμφερόντων που διαφεντεύουν τον τόπο μας και εγκλωβιστούμε σε έναν αδελφοκτόνο πόλεμο. Άλλο που δεν θα ήθελαν οι δυνάστες της Ελλάδας.
Χωρίς να παραβλέπουμε τις τεράστιες ευθύνες του ημέτερου πολιτικού προσωπικού και των ημέτερων λοιπών συντελεστών και διαμορφωτών της σύγχρονης Ελλάδας, πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας ότι οι τύχες μας καθορίζονται εν πολλοίς σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον με τους μεγάλους παίχτες να διεκδικούν και πάλι πρωταγωνιστικούς ρόλους.
Εμείς, βεβαίως, έχουμε ιερή υποχρέωση να συζητήσουμε, να καταθέσουμε τον προβληματισμό και τις προτάσεις μας για το σήμερα και το αύριο, της πατρίδος μας της Ελλάδος, της Ελληνικής Αστυνομίας, που υπηρετούμε ευσυνειδήτως και ευόρκως, λαμβάνοντας υπόψη μας τις μεγάλες κατακτήσεις σε θεσμικό και οικονομικό επίπεδο, -όλα αυτά που πετύχαμε τα προηγούμενα χρόνια και βλέπουμε σήμερα πόσο εύκολα μας τα ακυρώνουν.
Με βάση τα σημερινά δεδομένα, χωρίς να πετάμε στα σύννεφα, οφείλουμε να καταστήσουμε σαφές και στη σημερινή κυβέρνηση, ότι δεν απεμπολούμε τα δικαιώματά μας, δεν χαρίζουμε σε κανέναν τις κατακτήσεις μας. Τίποτε δεν μας χαρίστηκε τα προηγούμενα χρόνια. Ό,τι πετύχαμε, κόντρα αρκετές φορές στη βούληση των κάθε φορά κυβερνώντων, ήταν ώριμο και δίκαιο αίτημα ενός σφριγηλού συνδικαλιστικού κινήματος, που είχε και εξακολουθεί να χαίρει της εκτίμησης και της κοινωνίας και του πολιτικού κόσμου.
Επομένως, αντί να υποκύψουμε στις σειρήνες της ηττοπάθειας, αντί να κλειστούμε στο καβούκι μας, παρασυρμένοι από εκείνους που πονηρά προσπαθούν να πείσουν τους συναδέλφους ότι : ΄΄ε δε βαριέσαι και τι έγινε΄΄ και ότι όλοι έχουμε τις ίδιες ευθύνες, οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε τις θέσεις μας και να βγούμε δυνατά μπροστά με τα αιτήματά μας.
Την κρίση δεν την προκαλέσαμε εμείς, τα σκάνδαλα είναι γέννημα και θρέμμα ενός συστήματος που πρέπει να τιμωρηθεί όπως του αξίζει. Τα ελλείμματα και η χρεοκοπία της χώρας είναι απόρροια των πολιτικών που εφαρμόστηκαν, χωρίς τη συναίνεση του λαού, με το συνδικαλιστικό κίνημα να είναι απέναντι πολλές φορές, όσο κι αν κάποιοι επιμένουν να μιλάνε για συντεχνίες και για συνδικαλιστικά μονοπώλια. Αλλά και όπου υπάρχουν εν πάσει περιπτώσει, ας τα εντοπίσουν και ας τα κατονομάσουν. Δεν ανεχόμαστε το τσουβάλιασμα και τη λάσπη. Ο συνδικαλισμός είναι θεσμός και οφείλουμε να τον διαφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού.
Στο προκαθορισμένο χρονικό πλαίσιο που μου διαθέτει ο συνεδριακός χρόνος, επιτρέψτε μου κυρίες και κύριοι, αγαπητοί σύνεδροι να σταθώ επιγραμματικά και στα άλλα κυρίαρχα ζητήματα του συνδικαλιστικού μας κινήματος, γνωρίζοντας ότι θα έχουμε πολύ περισσότερο χρόνο στη συνέχεια και με τον διοικητικό απολογισμό και με τις παρεμβάσεις των συνέδρων, να σταθμίσουμε πολύ καλύτερα τη νέα κατάσταση μέσα στην οποία καθορίζουμε την από δω και πέρα πορεία μας.
Το ό,τι η μνημονιακή πολιτική έχει ισοπεδώσει τους υπηρεσιακούς, αλλά και τους οικογενειακούς μας προϋπολογισμούς, το ζούμε καθημερινά. Το μέλλον προδιαγράφεται δυστυχώς αβέβαιο και μετά την έξοδο από την ενεργό δράση, λόγω της παρατεταμένης ύφεσης που επιφυλάσσουν οι «σωτήρες» μας για το λαό και τη χώρα, λόγω της καλπάζουσας ανεργίας και της αδυναμίας της χώρας να μπει γρήγορα σε τροχιά ανάπτυξης.
Είναι να απορεί κανείς γιατί η κυβέρνηση, ενώ γνωρίζει ότι αυτή η κατάσταση αυξάνει το έγκλημα και την ανασφάλεια των πολιτών, επιμένει στην πολιτική των περικοπών, ψαλιδίζοντας για τρίτη χρονιά φέτος τον προϋπολογισμό της ΕΛ.ΑΣ. κατά εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Για να συνειδητοποιήσουμε όλοι για τι ποσά μιλάμε, σας λέω μόνο ότι το Αρχηγείο της Ελληνικής Αστυνομίας το 2009, ζητούσε ως εγγραφές στο προϋπολογισμό του 2010, περίπου 2,5 δισεκατομμύρια ευρώ, έχοντας μπροστά του ένα εκσυγχρονιστικό πρόγραμμα, που αφορούσε όλους τους τομείς δράσης της αστυνομίας, τις υποδομές, την εκπαίδευση, το μισθολόγιο και όλες τις άλλες τρέχουσες υποχρεώσεις. Σήμερα, το Αρχηγείο δεν ζητά καν, προσπαθεί να επιβιώσει και να επιβιώσουμε με αυτά που επιτρέπει το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα 2012-2015 και που για το νέο έτος είναι μόνο 1,5 δισεκατομμύρια ευρώ!
Είναι φανερό ότι δεν μπορεί να λειτουργήσει έτσι η αστυνομία. Πρέπει να αντιληφθούν επιτέλους εκείνοι που παίζουν με την ασφάλειά μας και με την ασφάλεια των συμπολιτών μας ότι θα βρεθούν κατηγορούμενοι, όχι οι αστυνομικοί αν ω μη γένοιτο ζήσουμε δυσάρεστες και τραγικές καταστάσεις, αλλά εκείνοι που δεν θα έχουν εγκαίρως προετοιμάσει το συνάδελφο για να δώσει με αξιοπρέπεια και ασφάλεια τις μάχες που θα τον στέλνουν να δώσει.
Επιτέλους, τους καλούμε να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Εμπεριστατωμένα έχουμε αποδείξει ότι η Αστυνομία δεν πρέπει να μπει στην ίδια μυλόπετρα των περικοπών των δαπανών. Είναι ιδιαίτερος ο ρόλος των υπηρεσιών και του ανθρώπινου δυναμικού της, αλλά απ’ ό,τι είδαμε και από τη συζήτηση που έγινε στη Βουλή τις τελευταίες ημέρες κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού και την ψηφοφορία για την ψήφισή του, στου κουφού την πόρτα όσο θέλεις βρόντα... Ελπίζω τους επόμενους μήνες, όταν θα ανακύπτουν ένα ένα τα προβλήματα, για τα περιπολικά που θα μένουν από καύσιμα και ανταλλακτικά, για τις υπηρεσίες που δεν θα χουν χαρτί και μελάνι, για τους συναδέλφους που θα ολοκληρώνουν όπως όπως την εκπαίδευσή τους ελλείψει κονδυλίων κλπ, να μην μας λένε κάποιοι ότι αιφνιδιάστηκαν διότι δεν ήξεραν.
Το επόμενο μεγάλο θέμα που απασχολεί το σύνολο των ενστόλων αυτήν την περίοδο, είναι η διαμόρφωση ενός νέου μισθολογίου. Χρόνια διεκδικούσαμε ένα αξιοπρεπές μισθολόγιο το οποίο η πολιτεία αρνούνταν πεισματικά. Μετά από δέκα περίπου χρόνια έχει συγκροτηθεί μια επιτροπή η οποία επεξεργάζεται τις προτάσεις μας. Ελπίζω να υπάρξει σοβαρότητα από την πλευρά της κυβέρνησης διότι μισθολόγια δεν ψηφίζονται κάθε τρεις και λίγο και η λογική που πρέπει να το διέπει πρέπει να ξεφύγει από την λογική των περικοπών και να λάβει υπόψη της ότι ο ένστολος ήταν ούτως ή άλλως ριγμένος σε σχέση με τον υπόλοιπο δημόσιο τομέα.
Ανήκουμε στο δημόσιο τομέα και είναι τιμή μας αυτό. Δεν θα ήταν δυνατόν, άλλωστε, η διασφάλιση της δημόσιας ασφάλειας να ανήκει σε άλλον παρά στο ελληνικό κράτος. Δεν θεωρούμε κανέναν δημόσιο υπάλληλο κατώτερο ή κατώτερη την υπηρεσία που παρέχει. Όμως πιστεύουμε ότι πρέπει να υπάρχει διαβάθμιση.
Καταλαβαίνουμε το πρόβλημα της αύξησης των δημοσίων δαπανών.
Καταλαβαίνουμε ότι ο δημόσιος τομέας ήταν υπερμεγέθης για ένα κράτος όπως η Ελλάδα, αν και κατά την εκτίμηση ειδικών είναι θέμα διαχείρισης και οργάνωσης και όχι αριθμών.
Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να εφαρμοστεί για την εξυγίανσή του μια ισοπεδωτική πολιτική. Μπορεί να είμαστε όλοι υπάλληλοι του δημοσίου, όμως οι συνθήκες εργασίας και το αντικείμενο της υπηρεσίας είναι τραγικά διαφορετικά για κάθε κατηγορία δημοσίων υπαλλήλων.
Επειδή, λοιπόν, μιλάμε για αστυνομικούς που είναι στον δρόμο 12, 15, 24 ώρες για την εξυπηρέτηση και την ασφάλεια του πολίτη, που ξενυχτάνε ψάχνοντας μικρά-αόρατα ίχνη που μπορεί να τους οδηγήσουν στην εξιχνίαση εγκλημάτων, τότε ποιος μπορεί να μετρήσει τις ώρες δουλειάς και να πει «εδώ σταματάτε και γυρνάτε στα σπίτια σας και αύριο πάλι συνεχίζετε τις έρευνες ή την παρακολούθηση και όποιον πιάσουμε - πιάσαμε, γιατί έληξε το ωράριο»;
Στις γαλαντόμες για τους «ημέτερους» εποχές, ήμασταν ουραγοί του δημοσίου σε όλους τους τομείς και τώρα στη μεταβολή, βρισκόμαστε πάλι πρώτοι στη φτώχεια και την ανέχεια με την κατακρεούργηση του επιδοματικού μας μισθού.
Ακούμε ότι κάποιοι πολιτικοί που διαχειρίζονταν τον πλούτο αυτής της χώρας, χορήγησαν κατά το παρελθόν επιδόματα μεταφοράς φακέλου, προθέρμανσης οχημάτων, σίτισης άγαμων και ανατριχιάζουμε μπροστά στα αδιέξοδα στα οποία μας πληροφορούν ότι έχει φτάσει η ελληνική οικονομία.
Εάν καταφέρναμε σε αυτά τα επιδόματα να είχε προστεθεί και ένα δίκαιο για τους Έλληνες αστυνομικούς (οι μισοί εκ των οποίων αμείβονται με τις αποδοχές του ανειδίκευτου εργάτη), αυτό της καθυστερημένης αποχώρησης από την Υπηρεσία, θα τους καθιστούσε ως τους καλύτερα αμοιβόμενους υπαλλήλους του κράτους. Διαβάζουμε λίστες με υπαλλήλους που λάμβαναν επικίνδυνα και ανθυγιεινά επιδόματα και πραγματικά ντρεπόμαστε που η Πολιτεία μέχρι σήμερα δεν χαρακτηρίζει επικίνδυνη την εργασία υπαλλήλων που θρηνούν εκατό θύματα σε δέκα χρόνια μόνο από βίαιους θανάτους και μεταφέρουν στα νοσοκομεία εκατοντάδες βαριά τραυματίες κάθε χρόνο.
Έχουμε ανακοινώσει πρόσφατα τα στατιστικά στοιχεία με τους μισθούς πείνας που εισπράττουν οι συνάδελφοί μας, με τα μηδενικά και αρνητικά μισθολογικά σημειώματα λόγω των δυσβάστακτων φόρων, των έκτακτων εισφορών, των προστίμων για κάποιους, των δανειακών υποχρεώσεων που έχουν άλλοι. Συνολικά, 30 έως 40%, κάτω οι μισθοί μας.
Άφησα τελευταίο το θέμα της μεταρρύθμισης της Ελληνικής Αστυνομίας, το οποίο για μας, αποτελεί ένα κορυφαίο γεγονός και όχι μια απλή εσωτερική διοικητικής φύσεως προσαρμογή των υπηρεσιών στα σημερινά δεδομένα. Ήταν πάγιο αίτημά μας να αναλάβει πρωτοβουλίες η Ηγεσία και χαιρόμαστε που επιτέλους υπήρξε επίσημη ανακοίνωση για την αναζήτηση προτάσεων προς αυτήν την κατεύθυνση. Έχουμε όμως τις επιφυλάξεις μας, διότι δεν έχουμε π.χ. ενημέρωση για τις προθέσεις της Ηγεσίας, πέραν όσων έχουν δημοσιευθεί στο πλαίσιο της προκήρυξης ενός διαγωνισμού για την ανάθεση σε τρίτους της εκπόνησης μιας μελέτης για την αναδιάρθρωση. Διαβάζουμε για γενικούς άξονες, διαβάζουμε για κάποια χρηματικά ποσά της τάξεων των 450.000 ευρώ και απορούμε τι σημαίνουν όλα αυτά.
Στο προηγούμενο συνέδριό μας είχαμε δώσει μεγάλη έμφαση στην αναδιάρθρωση, αναδεικνύοντας τις ελλειμματικές πολιτικές που ακολουθήθηκαν επί χρόνια στο τομέα της δημόσιας τάξης και ασφάλειας, και δεν εννοούσαμε μόνο τα της αστυνομίας, εννοούσαμε και τα του λιμενικού, τα της πυροσβεστικής και των άλλων δυνάμεων, την έλλειψη ενός ενιαίου δόγματος ασφαλείας, που θα είναι και το αυριανό θέμα της Ημερίδας μας.
Φωνάζαμε από πέρυσι ότι πρέπει να επιταχύνουμε τους ρυθμούς μας για να σταθούμε όρθιοι στις προκλήσεις όχι του σήμερα, που αύριο είναι ήδη χθες, αλλά μακροπρόθεσμα, των επόμενων δεκαετιών, ενός αβέβαιου και αινιγματικού 21ου αιώνα. Για τη χώρα μας, η κρίση είναι ήδη εδώ και απειλεί στο πέρασμά της όχι μόνο τις σημερινές γενιές, αλλά και τα παιδιά που δεν έχουν γεννηθεί ακόμα.
Έχουμε χρέος όλοι μας, να αφήσουμε στην άκρη ό,τι μας χώριζε μέχρι σήμερα και να δούμε το αύριο με γνώμονα το κοινό συμφέρον του τόπου μας, γνωρίζοντας ήδη ότι όσοι δεν άλλαξαν, βούλιαξαν κινδυνεύοντας να παρασύρουν και τους άλλους στο βυθό της απρονοησίας και των κακών τους χειρισμών.
Δεν πρέπει λοιπόν να κάνουμε το χατίρι σ’ αυτούς που φωνασκούν, σ’ αυτούς που έχουν γνώμη για όλα και για όλους, σ’ αυτούς που καμουφλάρουν τις αντιφάσεις της ύπαρξής τους πίσω από κούφιες λέξεις, ελπίζοντας να περάσει η τρικυμία και συμβιβασμένοι με την παρακμή να ξαναδηλώσουν «παρών».
Από την πλευρά μας έχουμε δείξει -και το αποδεικνύουμε καθημερινά- και σύνεση και αυτοσυγκράτηση, παρόλα τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, διότι κατανοούμε τις κρίσιμες ώρες που διέρχεται η χώρα μας.
Αντιδράσαμε, όμως, και θα συνεχίσουμε να αντιστεκόμαστε στην ισοπέδωση της αξιοπρέπειάς μας. Δεν φταίει για όλα τα προβλήματα ο Έλληνας Αστυνομικός. Ούτε μας αρμόζει η μοιρολατρική αντιμετώπιση των όποιων προβλημάτων. Υπάρχουν θεσμοί, που όταν λειτουργούν, μπορούν να δώσουν λύσεις, μακριά από επικοινωνιακά παιχνίδια και ευκαιριακές τακτικές των κυβερνώντων, ψάχνοντας για εξιλαστήρια θύματα στις τάξεις της αστυνομίας. Τα κοινωνικά προβλήματα δεν λύνονται δια της αστυνομίας, το λέμε, όλοι, πρέπει όμως να γίνει και πράξη.
Κυρίες και κύριοι,
Για να προσφέρουμε ασφάλεια στον συμπολίτη μας, πρέπει να μπορούμε να επιβιώνουμε με αξιοπρέπεια, πρέπει να μας σέβεται η πολιτεία, πρέπει εμείς οι ίδιοι να νοιώθουμε περήφανοι που προσφέρουμε τις υπηρεσίες μας στην Ελληνική Πολιτεία.
Κλείνοντας την ομιλία μου επιτρέψτε μου μια τελευταία έκκληση στην κυβέρνηση καίτοι γνωρίζουμε όλοι μας το συγκεκριμένο λόγο για τον οποίο έχει σχηματιστεί.
Μακάρι να αναλογιστεί ο πρωθυπουργός και οι αρμόδιοι υπουργοί, αλλά και τα κόμματα που στηρίζουν την κυβέρνηση, ότι έχουν ωριμάσει οι συνθήκες για να αντιμετωπιστούν τα κρίσιμα θέματά μας, σε πρώτη προτεραιότητα, χωρίς τη ΄΄δαμόκλειο σπάθη΄΄ του Μνημονίου.
Αν δεν υπάρξει ασφάλεια, δεν θα υπάρξει οικονομική ευημερία και ανάπτυξη.
Ας μην το λησμονεί κανείς αυτό, όσο αυτονόητο κι αν είναι στις μέρες μας.
Επειδή τα αυτονόητα δυστυχώς έχουν γίνει σήμερα δυσνόητα και όσο και αν σας φαίνεται απίστευτο η παροχή υπηρεσίας ασφαλείας στη σύγχρονη Ελλάδα, είναι η πιο χαμηλά αμειβόμενη παροχή υπηρεσίας. Γιατί η παροχή ασφάλειας της ζωής, της περιουσίας, της ευημερίας δεν είναι μια συνηθισμένη υπηρεσία. Η αμοιβή κάποιου που σε μια στιγμή κινδύνου βάζει το σώμα του και τη ζωή του χωρίς δεύτερη σκέψη για να προστατέψει τη ζωή ενός οποιουδήποτε πολίτη δεν είναι διαπραγματεύσιμη.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι,
Σας καλώ την καθεμιά και τον καθένα σας ξεχωριστά και όλους μαζί να ενισχύσετε τον αγώνα της Ομοσπονδίας μας για τους αγώνες που έρχονται και επίσης να συνεχίσουμε να υπηρετούμε τις αρετές αυτές που διαχρονικά υπηρετούμε, με την ίδια αυταπάρνηση και ζήλο για το καλό της Ελληνικής Κοινωνίας και της πατρίδας μας.
Σας ευχαριστώ όλους για την παρουσία και την προσοχή σας.