Ομιλία Προέδρου ΠΟΑΞΙΑ κ. ΚΑΤΣΙΑΜΑΚΑ Ιωάννη στην επιμνημόσυνη δέηση υπέρ πεσόντων στο καθήκον Αστυνομικών
Για να μην επαναλάβω φράσεις κλισέ και γνωστές θέσεις του συνδικαλιστικού μας κινήματος για την Ημέρα, αυτή, θα μου επιτρέψετε με όλο το σεβασμό στη σημερινή μας εκδήλωση – εκδήλωση τιμής και μνήμης προς τιμήν των πεσόντων στο καθήκον συναδέλφων μας, να διαφοροποιηθώ λίγο και να εκφράσω τον προβληματισμό μου για όσα καταθέτουμε κάθε χρόνο τόσο εμείς ως οργανωτές όσο και οι επίσημοι προσκεκλημένοι μας και κυρίως οι αξιωματούχοι της κυβέρνησης και των πολιτικών μας κομμάτων.
Διότι εάν σκοπός της τελετής είναι απλώς να τιμούμε τους Πεσόντες, πιστεύω ότι αυτό είναι το αυτονόητο και το ελάχιστο που μπορούμε και οφείλουμε να κάνουμε και ως υπηρεσιακά στελέχη αλλά και ως συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι, ιδιότητα την οποία υπηρετούμε σήμερα.
Θεωρώ όμως ότι όταν καθιερώθηκε αρχικά η τελετή αυτή, βαθιά σκέψη όσων συνέλαβαν αυτήν την ιδέα, ήταν η ευαισθητοποίηση της πολιτείας και της κοινωνίας για το αστυνομικό θεσμό, για τους κινδύνους του λειτουργήματος και για τη θυσία όσων η μοίρα τους έλαχε να γράψουν το όνομά τους με χρυσά γράμματα στις Δέλτους της αστυνομικής ιστορίας.
Σήμερα, λοιπόν, ακριβώς 20 χρόνια από τότε, θεωρώ ότι οι στόχοι αυτοί εξακολουθούν να είναι επίκαιροι προσλαμβάνοντας μάλιστα νέα χαρακτηριστικά και θέτοντας προ των ευθυνών τους, όλους μας αφού από τη μεριά της πολιτείας ακόμα και αυτή η εκδήλωση αντιμετωπίζεται ως μια τυπική διαδικασία. Διότι για τα ουσιαστικά θέματα και μηνύματα που πρέπει να εκπέμπονται από μια τέτοια εκδήλωση γνωρίζουμε ότι δεν υπάρχουν απτά δείγματα γραφής.
Οφείλουμε επομένως όλοι μας αποτίοντας φόρο τιμής στους Πεσόντες να αναδείξουμε τις αρχές και τις αξίες του αστυνομικού λειτουργήματος μέσα στην ελληνική κοινωνία, όπου δυστυχώς γνωρίζουμε ότι γενικά έχει ευτελιστεί η αξία της ανθρώπινης ζωής και ο απευκταίος θάνατος ενός αστυνομικού θεωρείται φυσιολογικό συμβάν, αποτέλεσμα της δουλειάς του.
Μιας δουλειάς όμως πέρα για πέρα επικίνδυνης, την επικινδυνότητα της οποίας επιτείνει η χρόνια παθητική στάση και αντίληψη των κυβερνώντων, η οποία δεν μπορεί να εξαντλείται σε λόγια συμπάθειας χωρίς να συνοδεύεται και από την αυτονόητη υποχρέωση της πολιτείας για την αναγνώριση της επικινδυνότητας της εργασίας μας.
Τουλάχιστον αυτό οφείλει να το πράξει, ως ελάχιστο φόρο τιμής στους νεκρούς συναδέλφους μας.
Μεταφέροντας τέλος τα αισθήματα όλων μας, θέλω να εκφράσω και πάλι για άλλη μια φορά, τη μεγάλη μας συμπάθεια προς τους σεβαστούς συγγενείς των αξέχαστων συναδέλφων μας, αλλά και την ύψιστη περηφάνια που αισθανόμαστε όλοι μας για τη θυσία των δικών τους ανθρώπων.
Ας είναι αιώνια η μνήμη και η δόξα που τους συνοδεύει.